Χτές βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά.
Είχανε κλείσει ένα σωρὸ τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιων, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου απ' τό προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.
Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιων χωρις να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους. κι ήτανε σαν αγάλματα μικρά της ερημιάς και της γαλήνης.
Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.
Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα....